(Σημ. Επιμ: Μια πρώτη εκδοχή του κειμένου αυτού διαβάστηκε στο πάνελ με γενικό τίτλο Αυτό δεν είναι η Αθήνα: η πόλη που φαίνεται, η πόλη που δεν φαίνεται, η πόλη που περισσεύει [μαζί με τις Άννα Πούπου και Ειρήνη Σηφάκη] στο πλαίσιο της ημερίδας «Φωτογραφημένη πόλη» που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Υποτρόφων Ιδρύματος Ωνάση στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στις 26 Νοεμβρίου 2013)
Η δεσπόζουσα ρητορική για την Αθήνα, την περίοδο λίγο πριν την αλλαγή της χιλιετίας και κατά την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων, ενέταξε την Αθήνα σε ένα πλαίσιο μητροπολιτικής κουλτούρας παρόμοιο με αυτό που είχε ήδη αναπτυχθεί σε άλλες μεγάλες μητροπόλεις – όχι απαραίτητα Ευρωπαϊκές – συχνά λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της διαρκούς ανακατασκευής και των ‘μπαλωμάτων’ της πρωτεύουσας. Δέκα και πλέον χρόνια πριν, την περίοδο όπου ένα μέρος του δημόσιου λόγου και συχνά και της καλλιτεχνικής πρακτικής μιλούσαν για τη «μετάβαση της Αθήνας», για την Αθήνα που ‘κατά λάθος’ έγινε μητρόπολη ή εν γένει για τη «νέα φαντασιακή της εικόνα»,(1) ο ελληνικός κινηματογράφος, προ «νέου κύματος» και προ «weird wave», ήταν σε μια έντονη διαλογική σχέση με την πόλη.
Κοιτώντας σήμερα πίσω, από κάποια σχετική απόσταση, ο κινηματογράφος της περιόδου μας δίνει μια διπλή πρόσβαση στον τότε αστικό χώρο: σαφώς έχει καταγράψει την πόλη ως αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό γεγονός, αλλά ταυτόχρονα έχει αποτυπώσει τους λόγους γύρω από αυτήν και έχει συμβάλλει στη διαμόρφωσή τους (μέσα από τη mise en scène και εν γένει το ύφος και την αφήγηση). Κυρίως όμως δίνει πρόσβαση στα απομεινάρια ενός άλλου παλαιότερου αστικού φαντασιακού, αλλά και πρόσβαση σε θραύσματα εικόνων που έδειχναν προς το τότε μέλλον. Η κριτική εξέταση των κινηματογραφικών εικόνων της Αθήνας στο τέλος της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 2000 μπορεί να ερμηνεύσει αυτό που φαινόταν, και κυρίως αυτό που είχε επιλεγεί να μη φαίνεται, αλλά και να αναδείξει αυτό που κατά λάθος παρείσφρησε ως αστικό περισσευούμενο και ως κινηματογραφικό πλεόνασμα, δείχνοντας προς μια μη αναμενόμενη κατεύθυνση. Η ανάλυση των «εικόνων» «μας επιτρέπει», όπως λέει ο Pierre Sorlin, «να ξεπεράσουμε την αντίθεση ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αναπαράσταση. Οι εικόνες δεν συνιστούν την πραγματικότητα, αλλά τη μοναδική μας πρόσβαση σε αυτή».(2) Ο κινηματογράφος λοιπόν αποδεικνύεται το χρήσιμο εργαλείο καταγραφής όχι μόνο του ορατού, αλλά και του αθέατου των πόλεων και του αστικού τρόπου ζωής. ... More