ISSN: 2241-6692

BLOG - Δεκαετία του ΄60

Το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ελληνική Αριστερά» (τ. 38, σελ. 124-128) το 1966 και αποτελεί μια από τις πρώτες προσπάθειες του Βασίλη Ραφαηλίδη να στοχαστεί συνολικά πάνω στον κινηματογράφο και τον ρόλο της κριτικής. Το κείμενο αποκαλύπτει την επένδυση της Αριστεράς εκείνη την εποχή στο κινηματογραφικό μέσο και τη στενή σύνδεση πολιτικής και κινηματογράφου που αναδείχθηκε σε σημαντική πτυχή του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, ο οποίος εκείνα τα χρόνια έκανε τα πρώτα του βήματα. Επίσης αποκαλύπτει τις ακλόνητες «βεβαιότητες» της ανερχόμενης τότε γενιάς των νέων και πολιτικοποιημένων κινηματογραφιστών: την ανωτερότητα του κινηματογράφου και τις απεριόριστες δυνατότητές του ως τέχνης· την «λαϊκότητα» του μέσου· την παθητικότητα του θεατή-δέκτη και την κρίσιμη αποστολή του κριτικού ως διαφωτιστή· την σημασία του ιδεολογικού κριτηρίου στην αξιολόγηση των ταινιών· την απόρριψη της ελληνικής εμπορικής παραγωγής· την καχυποψία απέναντι στον αμερικανικό παράγοντα· κλπ.

Όταν το ξαφνιασμένο παρισινό κοινό πρωτοείδε στις 28 Δεκεμβρίου του 1895 τις περίεργες «φωτεινές σκιές» του κινηματογράφου «Λυμιέρ» νόμισε πως πρόκειται για ένα είδος ταχυδακτυλουργικής απάτης, όμοιας με τα κόλπα του περίφημου «θαυματοποιού» Ρομπέρ Χουντέν του οποίου η μνήμη ήταν ακόμα πολύ πρόσφατη.

Άλλωστε, και οι ίδιοι οι αδελφοί Λυμιέρ ελάχιστα κατανόησαν τη σημασία του «μαγικού μηχανήματος που καταγράφει την κίνηση» και για πολλά χρόνια εξακολουθούσαν να θεωρούν τον κινηματογράφο τους σαν ένα απλό επιστημονικό αξιοπερίεργο, του οποίου η μόδα θα περνούσε σύντομα. Όμως, μέχρι το 1914, η περίεργη αυτή εφεύρεση που αποτέλεσε τη συνισταμένη και την κατάληξη μιας μακριάς σειράς επιστημονικών και τεχνικών πειραμάτων για τη μελέτη της ανάλυσης και της ανασύνθεσης της κίνησης, αλλάζει προσανατολισμό και από μέσο επιστημονικής έρευνας γίνεται τέχνη, χωρίς, φυσικά, να εγκαταλείψει ποτέ τον αρχικό της προορισμό. ... More


(Σχ. Επ.: Τις μέρες αυτές συμπληρώνονται εφτά χρόνια από το θάνατο του Νίκου Νικολαΐδη, αιρετικού και δημοφιλούς σκηνοθέτη της γενιάς του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Το Filmicon τιμά τη μνήμη του δημοσιεύοντας μια άγνωστη επιστολή του που εμφανίστηκε στις 8 Απριλίου 1967 στη Δημοκρατική Αλλαγή, απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ. Ο 28χρονος τότε Νικολαΐδης, με καυστικό και χιουμοριστικό ύφος, περιγράφει τις περιπέτειές του με τους αιθουσάρχες και την κρατική γραφειοκρατία, στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει στην πρώτη μικρού μήκους ταινία του – Lacrimae Rerum / Δάκρυα Πραγμάτων (1962) – διανομή στους κινηματογράφους και προβολή σε διεθνή φεστιβάλ. Η απεύθυνση στον Τύπο της Αριστεράς, το αίτημα για κρατική στήριξη του κινηματογράφου τέχνης, η απαξίωση της εμπορικής παραγωγής, αλλά και οι πρώτες υποστηρικτικές νομοθετικές πρωτοβουλίες του κράτους, οι πειραματισμοί και τα ανοίγματα των νέων σκηνοθετών προς το εξωτερικό – όπως διακρίνονται στο υπόστρωμα της επιστολής του Νικολαΐδη – αποκαλύπτουν κάτι από τις ζυμώσεις και το κλίμα της εποχής λίγο πριν τη δικτατορία, που πολύ σύντομα οδήγησαν στην έκρηξη του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Έρευνα: Μαρία Χάλκου).

Αγαπητή Αλλαγή,

θέτω υπ’ όψιν των φίλων του κινηματογράφου τα παρακάτω κωμικοτραγικά:

Στις 7 Αυγούστου του1963, το Υπουργείο Βιομηχανίας έχοντας υπ’ όψιν τας διατάξεις των άρθρων 13, 16 και 17 του Ν.Δ. 4208/61 «περί μέτρων δια την ανάπτυξιν της Κινηματογραφίας εν Ελλάδι, κλπ.», αποφάσισε ομοφώνως να χαρακτηρίσει την ταινία μου ΛΑΚΡΙΜΕ ΡΕΡΟΥΜ προστατευόμενη. «Διότι αύτη παρουσιάζει καλλιτεχνικά ή πνευματικά στοιχεία» (τι πάει να πει αυτό; τρέχα γύρευε) «και «είναι άρτια από τεχνικής απόψεως» (Άρθρο 16).

Με λίγα λόγια «Οι επιχειρηματίαι κινηματογραφικών αιθουσών υποχρεούνται όπως προβάλλουν ανά τρίμηνον τέσσαρας ταινίας μικρού μήκους εκ των χαρακτηρισθεισών ως προστατευομένων». Είδατε εσείς καμιά; Το έγγραφο (Α.Π. 59405/36105/500/7.8.63) κοινοποιήθηκε στο Αρχηγείο Χωροφυλακής, Αρχηγείο Αστυνομίας Πόλεων, στην ΠΟΚΕ, ΠΕΚ και «προς άπαντας τους επιχειρηματίας κινηματογραφικών αιθουσών (τη μερίμνη υποτίθεται της Χωροφυλακής), Αστυνομίαν και «προς εκτέλεσιν» (υποτίθεται) (Άρθρο 17). ... More


1967. Άνοιξη. Χούντα. Τα γυρίσματα της πρώτης μου ταινίας Ανοιχτή Επιστολή έχουν αναγκαστικά διακοπεί και δεν φαίνεται στον ορίζοντα πιθανότητα να μπορέσω να τα ολοκληρώσω. Απελπισία… Ξαφνικά ένα τηλεφώνημα από το Λονδίνο αλλάζει τα δεδομένα. Ο φίλος μου και συνεργάτης Walter Lassally ρωτάει αν μ’ ενδιαφέρει να δουλέψω σα βοηθός σκηνοθέτη σε μια εγγλέζικη ταινία που θα γυριστεί στην Ελλάδα το καλοκαίρι, μ’ εκείνον διευθυντή φωτογραφίας. Με χάλια οικονομικά και τη μισή ταινία στα κουτιά, φυσικά και μ’ ενδιαφέρει.

Ο τίτλος της ταινίας Oedipus the King, με σκηνοθέτη τον Philip Saville – που είχε κάνει ως τότε μόνο τηλεόραση – και παραγωγό τον Michael Luke που ήταν εκτός από εμπνευστής του εγχειρήματος και συν-σεναριογράφος. Τους βασικούς ρόλους σ’ αυτή την διασκευή της τραγωδίας του Σοφοκλή είχαν ο Christopher Plummer ως Οιδίπους, η Lilli Palmer Ιοκάστη, ο Richard Johnson ως Κρέων και ο Orson Welles Τειρεσίας, μαζί με κάποιους άλλους όπως ο Roger Livesey βοσκός, ο Cyril Cusack άγγελος και ο νέος τότε, κι όχι τόσο γνωστός, Donald Sutherland ως κορυφαίος του χορού. Από ελληνικής πλευράς, εκτός από το Δήμο Σταρένιο ως ιερέα, είχαν επιλεγεί ο Γιώργος Διαλεγμένος, ο Μίνως Αργυράκης, ο Γιώργος Οικονόμου και ο Τάκης Εμμανουήλ στο χορό – κι άλλοι που δεν θυμάμαι πια – ενώ στον δημιουργικό τομέα ήταν η Ντένη Βαχλιώτη στα κοστούμια, ο Γιάννης Μιγάδης στα σκηνικά και ο Γιάννης Χρήστου στη μουσική. Την όλη οργάνωση παραγωγής στην Ελλάδα είχε η Άσπα Σωτήρχου, με τον Γιώργο Σαρρή διευθυντή παραγωγής, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του συνεργείου ήταν Έλληνες. ... Περισσότερα


(Σημ. Επιμ: Το κείμενο που ακολουθεί έχει ιστορική αξία και είναι αναδημοσίευση της επιστολής διαμαρτυρίας του σκηνοθέτη Δήμου Θέου προς την απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ Δημοκρατική Αλλαγή στις 3 Απριλίου 1967. Η επιστολή περιγράφει τους μηχανισμούς της λογοκρισίας που στην προδικτατορική εποχή παρεμπόδισαν την προβολή του ντοκιμαντέρ 100 ώρες του Μάη, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1964 και είχε ως θέμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ο Θέος αποκαλύπτει πως η ταινία, αν και την εποχή της διακυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου είχε λάβει επίσημη άδεια προβολής, βρέθηκε αντιμέτωπη με την ανυπόστατη φήμη ότι ήταν «απαγορευμένη από τον εισαγγελέα». Οι δημιουργοί της ενεπλάκησαν σε μια αδιέξοδη περιπέτεια απόδειξης ότι η ταινία δεν είχε απαγορευτεί. Έρευνα: Μαρία Χάλκου)

ΜΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ Δ. ΘΕΟΥ – ΨΕΥΔΗ ΕΓΓΡΑΦΑ ΜΕ ΑΝΥΠΑΡΚΤΕΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ – ΔΙΑΤΑΓΕΣ ΕΡΗΜΗΝ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ – ΑΥΘΑΙΡΕΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΠΤΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΝΩΤΕΡΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ – ΟΙ ΑΡΜΟΔΙΟΙ ΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΝ ΜΕ ΤΡΟΠΟΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΝ

Δημοσιεύουμε παρακάτω μια απίστευτη καταγγελία του ντοκιμαντερίστα Δήμου Θέου, ο οποίος το 1964 είχε γυρίσει μια ταινία μικρού μήκους, με θέμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε κατά μυστηριώδη τρόπο και οι περιπέτειες του σκηνοθέτη θυμίζουν την τραγική αναμονή του ήρωα του Κάφκα στον «Πύργο». Με διαταγές που εκδίδονται ερήμην του εισαγγελέως, με αυθαίρετες και ύποπτες αποφάσεις (1) ανωτέρων υπαλλήλων, με ψευδή έγγραφα και ιησουίτικη υποκρισία, οι μανδαρίνοι του υπουργείου κατόρθωσαν επί τρία χρόνια να απομακρύνουν την ταινία από τις κινηματογραφικές αίθουσες, δηλαδή να αποκρύψουν απ’ το λαό ένα συνταρακτικό ντοκουμέντο. Οι αρμόδιοι καλούνται να απαντήσουν στις καταγγελίες του κ. Θέου και να εξηγήσουν την αήθη συμπεριφορά τους σ’ έναν νέο κινηματογραφιστή. ... Περισσότερα


Ο μακιγιέρ ή η μακιγιέζ, στη διάρκεια του γυρίσματος, είναι κυριολεκτικά το κοντινότερο πρόσωπο του κάθε ηθοποιού, είτε είναι σταρ είτε κομπάρσος. Γνωστά αυτά… Όμως σε μια σχολή προσωπολογίας στο Παρίσι του 1960, όπου διδάχθηκα τα βασικά περί του μακιγιάζ, δεν μας είχαν προετοιμάσει για τις απόρρητες ιδιωτικές στιγμές που μπορεί να σου τύχουν σε απόσταση αναπνοής. Τα ακούσια ακούσματα και τις εκούσιες εκμυστηρεύσεις που οφείλεις να ξεχάσεις βγαίνοντας από το δωμάτιο του μακιγιάζ. Αυτό ακολούθησα ως αρχή μου. Άλλωστε έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, που μόνο η αύρα της επιλεκτικής μνήμης τα ξαναφέρνει απρόσκλητα.

Το καλοκαίρι του 1960, επιστρέφοντας στην Αθήνα, πήγα συστημένη στη Φίνος Φιλμ ελπίζοντας σε μια δουλειά. Μπήκα στο λεγόμενο «φουαγιέ» – που θυμούνται οι άνω των εξήντα κινηματογραφιστές στην Ελλάδα – και περίμενα τη συνάντηση με τον «κύριο Φιλοποίμην». Τότε ήταν που άρχισαν να κόβουν βόλτες, δήθεν αμέριμνα, διάφοροι από τα συνεργεία του Φίνου, πετώντας πονηρά υπονοούμενα ο ένας στον άλλον. Και ενώ ο κύκλος στένευε ολοένα, εμφανίστηκε ο κύριος Φίνος, ο οποίος, μετά από λίγες σύντομες ερωτήσεις, με προσέλαβε! Η προσγείωσή μου ήταν ανώμαλη, αλλά τελικά πέτυχε. Έτσι ξεκίνησα ως βοηθός του αξέχαστου Σταύρου Κελεσίδη, πρώτου μακιγιέρ στην Αλίκη στο Ναυτικό. Υπήρξε δάσκαλος, φίλος και προστάτης μου. ... Περισσότερα