ISSN: 2241-6692

BLOG

17/03/2014
Η ΤΡΙΧΡΟΝΗ «ΚΑΦΚΑΪΚΗ» ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΕΝΟΣ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡΙΣΤΑ: Ποιος απαγόρευσε την προβολή μιας ταινίας με θέμα την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη

(Σημ. Επιμ: Το κείμενο που ακολουθεί έχει ιστορική αξία και είναι αναδημοσίευση της επιστολής διαμαρτυρίας του σκηνοθέτη Δήμου Θέου προς την απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ Δημοκρατική Αλλαγή στις 3 Απριλίου 1967. Η επιστολή περιγράφει τους μηχανισμούς της λογοκρισίας που στην προδικτατορική εποχή παρεμπόδισαν την προβολή του ντοκιμαντέρ 100 ώρες του Μάη, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1964 και είχε ως θέμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ο Θέος αποκαλύπτει πως η ταινία, αν και την εποχή της διακυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου είχε λάβει επίσημη άδεια προβολής, βρέθηκε αντιμέτωπη με την ανυπόστατη φήμη ότι ήταν «απαγορευμένη από τον εισαγγελέα». Οι δημιουργοί της ενεπλάκησαν σε μια αδιέξοδη περιπέτεια απόδειξης ότι η ταινία δεν είχε απαγορευτεί. Έρευνα: Μαρία Χάλκου)

ΜΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ Δ. ΘΕΟΥ – ΨΕΥΔΗ ΕΓΓΡΑΦΑ ΜΕ ΑΝΥΠΑΡΚΤΕΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ – ΔΙΑΤΑΓΕΣ ΕΡΗΜΗΝ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ – ΑΥΘΑΙΡΕΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΠΤΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΝΩΤΕΡΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ – ΟΙ ΑΡΜΟΔΙΟΙ ΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΝ ΜΕ ΤΡΟΠΟΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΝ

Δημοσιεύουμε παρακάτω μια απίστευτη καταγγελία του ντοκιμαντερίστα Δήμου Θέου, ο οποίος το 1964 είχε γυρίσει μια ταινία μικρού μήκους, με θέμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε κατά μυστηριώδη τρόπο και οι περιπέτειες του σκηνοθέτη θυμίζουν την τραγική αναμονή του ήρωα του Κάφκα στον «Πύργο». Με διαταγές που εκδίδονται ερήμην του εισαγγελέως, με αυθαίρετες και ύποπτες αποφάσεις (1) ανωτέρων υπαλλήλων, με ψευδή έγγραφα και ιησουίτικη υποκρισία, οι μανδαρίνοι του υπουργείου κατόρθωσαν επί τρία χρόνια να απομακρύνουν την ταινία από τις κινηματογραφικές αίθουσες, δηλαδή να αποκρύψουν απ’ το λαό ένα συνταρακτικό ντοκουμέντο. Οι αρμόδιοι καλούνται να απαντήσουν στις καταγγελίες του κ. Θέου και να εξηγήσουν την αήθη συμπεριφορά τους σ’ έναν νέο κινηματογραφιστή.

Αγαπητή «Αλλαγή»,

Θα παρακαλούσα να δημοσιεύσεις στις στήλες σου την παρακάτω καταγγελία:

Στους μήνες που ακολούθησαν ύστερα από την δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη, μια μικρή ομάδα τεχνικών του κινηματογράφου, αρχίσαμε την παραγωγή μιας μικρού μήκους ταινίας με άξονα αναφοράς την παραπάνω δολοφονία. Συναντήσαμε πάμπολλες δυσκολίες, υποκειμενικές και αντικειμενικές. Ωστόσο, στραβά κουτσά, καταφέραμε να την τελειώσουμε κατά τα μέσα του 1964. Η διάρκειά της είναι 18 λεπτά. Τίτλος «Εκατό ώρες του Μάη».

Ακολούθησαν, καθώς ήταν επόμενο, νέες δυσκολίες για την έκδοση αδείας προβολής και είτε για λόγους σκοπιμότητος είτε γιατί η ταινία είναι έτσι φτιαγμένη, που για τους λογοκρίνοντες δεν ήταν εύκολο, εκείνη την περίοδο τουλάχιστον, να κάνουν διαφορετικά, αναγκάστηκαν έπειτα από μια σειρά προστριβών, να δώσουν την άδεια. Πιστέψαμε τότε πως είχαμε νικήσει.

Όπως γίνεται με όλες τις ταινίες αυτού του είδους, επιδιώξαμε τη συμμετοχή της στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και την προβολή της σε κάποια από τις κινηματογραφικές λέσχες των Αθηνών.

Από τον Άννα στον Καϊάφα

Έχοντας λοιπόν την άδεια προβολής (14.564/64), υποβάλαμε αίτηση στο Τμήμα Κινηματογραφίας του Υπουργείου Βιομηχανίας, για να χαρακτηρισθεί η ταινία ως Ελληνική, προϋπόθεση αναγκαία για να παιχθεί στο Φεστιβάλ, και για να εξαχθεί στο εξωτερικό. Ξαφνικά μαθαίνουμε από την κ. Μητροπούλου, στην οποία είχαμε δώσει την ταινία, για να την προβάλει στη λέσχη της, πως είναι απαγορευμένη από τον εισαγγελέα. Το ίδιο είπαν και ορισμένοι επιχειρηματίες, στους οποίους είχαμε απευθυνθεί για την προβολή της στους κινηματογράφους. Βάσιμη ή αυθαίρετη η πληροφορία αυτή, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει το αποτέλεσμα. Η ταινία δεν έχει παιχθεί πουθενά μέχρι σήμερα, ούτε καν σε κάποια λέσχη, εξ αιτίας αυτής της πληροφορίας. Από τότε (Δεκέμβριος 1964) αρχίζει ένας περίεργος αγώνας, για να πετύχουμε το νόμιμο δικαίωμα προβολής της ταινίας. Με αίτηση στην Προεδρία ζητούμε έγγραφη γνωστοποίηση της απαγορεύσεως. Η Προεδρία μας παραπέμπει στον εισαγγελέα Αθηνών, ο εισαγγελέας Αθηνών στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ο εισαγγελέας Θεσσαλονίκης στην Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, η Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης στο υπουργείο Εσωτερικών, και πάει λέγοντας.

Καφκαϊκό κλίμα…

Σ’ αυτό το στάδιο, περίπου, και εντελώς αναπάντεχα λαβαίνουμε κρατικό έγγραφο, με υπογραφές και σφραγίδες (αρ. πρωτ. 34717/324, υπ. Βιομηχανίας), στο οποίο αναφέρεται η εισαγγελική απαγόρευση.

Επιτέλους, είχαμε στα χέρια μας το επίσημο χαρτί. Μπορούσαμε με αφετηρία αυτό το χαρτί να ερευνήσουμε πότε ο εισαγγελέας εξέδωσε την απαγόρευση, για ποιους ακριβώς λόγους και βάση ποιου νόμου. (Περιττό να σημειώσουμε πως κανένας εισαγγελέας δεν είχε δει την ταινία). Αξίζει όμως να υπογραμμίσουμε πως αυτό που δεν είχε τολμήσει καμιά δικαστική αρχή, δηλαδή την έκδοση εγγράφου περί απαγορεύσεως, την είχε αποτολμήσει το υπουργείο Βιομηχανίας και συγκεκριμένα το Τμήμα Κινηματογραφίας. Την ίδια κιόλας ημέρα απευθύνουμε ξανά αίτηση στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ζητώντας επιβεβαίωση ή διάψευση του γεγονότος.

Στο μεταξύ, ο αρμόδιος υπάλληλος του Τμήματος Κινηματογραφίας του υπουργείου Βιομηχανίας, κ. Αρβανίτης, μας υποδεικνύει πως είναι αναγκαίο να του προσκομίσουμε εκ νέου έγγραφο της Προεδρίας στο οποίο να εμφαίνεται η μη ανάκληση της αδείας (14.564/64). Φυσικά, ο κ. Αρβανίτης, θα μπορούσε με ένα τηλεφώνημα να πιστοποιήσει το γεγονός, αν και δεν του χρειαζόταν ούτε καν τηλεφώνημα, διότι ως μέλος της Επιτροπής Λογοκρισίας, εγνώριζε πως δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο.

Εν πάση περιπτώσει, απευθυνθήκαμε εκ νέου στην Προεδρία, η οποία και εβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε ζήτημα ανακλήσεως της αδείας. (Αυτά όταν υφυπουργός Προεδρίας ήταν ο κ. Βαρδινογιάννης). Στο μεταξύ, ο εισαγγελέας Θεσσαλονίκης δεν απαντούσε.

Οι Μανδαρίνοι κινδυνεύουν από τους εαυτούς των!!

Ακολούθησε το Ιουλιανό πραξικόπημα και ο διάλογος με τις δημόσιες υπηρεσίες έγινε πιο προβληματικός. Ήδη στις 20.7.1965 παρίσταται δικηγόρος μας στη συνεδρίαση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Κινηματογραφίας του υπουργείου Βιομηχανίας και εκθέτει στα μέλη της τα γεγονότα. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, κ. Κουρνούτος, ζητάει να του προσκομίσουμε έγγραφο, εις το οποίο να εμφαίνεται ότι δεν υπάρχει απαγόρευση. Η παράλογη αυτή ενέργεια συνεχίσθηκε μήνες και κάθε φορά που επιμέναμε πως δεν υπάρχει απαγόρευση, διότι στην αντίθετη περίπτωση θα είχε δημοσιευτεί στον Τύπο, σύμφωνα με τον νόμο 1092/38, απαντούσαν πως αυτό δεν ήταν δικό τους θέμα, αλλά δικό μας, πως η δημοσίευση μπορεί και να είχε πραγματοποιηθεί και να την αποκρύβαμε, και τέλος, πως αδυνατούσαν να ικανοποιήσουν το αίτημά μας, διότι πρωτίστως θα έπρεπε να δουν την ταινία, αλλά για να δουν την ταινία θα έπρεπε να τους προσκομίσουμε έγγραφο του αρμοδίου εισαγγελέως ότι επιτρέπει την προβολή! Διαφορετικά κινδύνευαν να πάνε φυλακή!!!

Το Υπ. Βιομηχανίας λογοκρίνει

Ακολουθούν εξωδίκως υπομνήματα προς τους υπουργούς Δικαιοσύνης, Βιομηχανίας, Οικονομικών και καταγγέλλεται η παράτυπος συμπεριφορά του Τμήματος Κινηματογραφίας και η ανυπόστατη επιμονή του στην ύπαρξη απαγορεύσεως. Η απάντησις ήταν γελοία. Απαγορευόταν παντελώς η κίνηση της ταινίας. Το έγγραφο υπέγραφε ο τότε υπουργός του υπουργείου Βιομηχανίας της κυβερνήσεως Νόβα. Φυσικά, την εποχή εκείνη, είχαν συμβεί πολλά τρομαχτικά πράγματα, ώστε να μην ξαφνιαστούμε!

Αλυσίδα παρανομιών

Στο μεταξύ με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών, παίρνουμε απάντηση από το υπουργείο Δικαιοσύνης. Μας υποδεικνύεται να απευθυνθούμε εκ νέου στον εισαγγελέα Θεσ/νίκης με στοιχεία ΕΠ 22/21/10.64 Νέα αίτησις. Τέλος, δια του υπ’ αριθμ. 297 ημερομηνίας 18.1.1966 εγγράφου του ο εισαγγελεύς Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, κ. Βουρνάς, μας γνωστοποιεί – μέσω Ασφαλείας αυτή τη φορά – ότι δεν υφίσταται εισαγγελική απαγόρευσις. «Απλώς γίνεται μνεία περί εγγράφου του υπουργείου Εσωτερικών, δια του οποίου επληροφορήθη ο εισαγγελεύς ότι η εκκρεμούσα δικαστικώς υπόθεσις Λαμπράκη «έχει γίνει ταινία» και ως εκ τούτου δύναται ο εισαγγελεύς να συμπεριλάβη ταύτην (την ταινία) εις την εφαρμογήν των διατάξεων του Α.Ν. 1092/38».

Και σήμερα, που στο μεταξύ έχουν περάσει δυο ολόκληρα χρόνια και μερικοί μήνες, η εν λόγω επιτροπή του υπουργείου Βιομηχανίας δεν έχει αποφανθεί επί του αιτήματος. Αποτέλεσμα: η μη προώθησις της ταινίας στο εξωτερικό και η δημιουργία εχθρικού κλίματος για την προβολή της στην Ελλάδα! Μετά την κατηγορηματική διάψευση, έγινε ένα δημοσίευμα στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» (αριθ. 629 /30.4.66) που τελειώνει με το ερώτημα «Ποιος είναι αρμόδιος ν’ απαντήσει σ’ αυτά; Γιατί, εν τω μεταξύ, η ταλαιπωρία συνεχίζεται;». Βέβαια, ο εισαγγελεύς δεν είναι είχε κανένα λόγο πλέον να δώσει συνέχεια, είχε ξεκαθαρίσει το ζήτημα. Το υπουργείο Βιομηχανίας όμως, που ήταν και είναι εκτεθειμένο, ετήρησε σιωπήν ιχθύος.

Αξίζει να σημειωθεί πως η ταινία, αν και μικρού μήκους, δηλαδή, δίχως πιθανότητες να βγάλει το κόστος της, εν τούτοις επλήρωσε προκαταβολικά φόρο στο Δημόσιο.

Αποκαλύφθηκε η φαυλότητα, αλλά παρόλα αυτά εξαντλήθηκε η υπομονή μας. Αυτή τη στιγμή, χωρίς να κινδυνεύουμε να θεωρηθούμε κακοήθεις, έχουμε το δικαίωμα να καταγγείλουμε δημοσίως – συγκεκριμένα και όχι αόριστα – ορισμένα κρατικά όργανα, όπως τον προϊστάμενο του Τμήματος Κινηματογραφίας του υπουργείου Βιομηχανίας και τον υφιστάμενό του κ. Αρβανίτη. Τους καταγγέλλουμε ότι εξέδωσαν κρατικά έγγραφα με ανυπόστατες απαγορεύσεις, παραπλάνησαν την Γνωμοδοτική Επιτροπή – στην πρώτη φάση του ζητήματος επί κυβερνήσεως Παπανδρέου –. (Έχουμε τη μαρτυρία του κ. Πλωρίτη ο οποίος μας βεβαίωσε ότι ο κ. Αρβανίτης, όταν εξέθεσε ενώπιόν τους το ζήτημά μας, το έθεσε ως ζήτημα μιας απαγορευμένης ταινίας και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να λάβουν υπόψη). Το ίδιο έγινε και εις βάρος του πρώην γεν. γραμματέως του υπουργείου Βιομηχανίας κ. Ιωαννίδη, ο οποίος όταν υπέγραψε το πρώτο έγγραφο, αγνοούσε παντελώς την αλήθεια.

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι το ζήτημα από εδώ και πέρα δεν είναι μόνο δικό μας. Είναι υπόθεσις όλων των κινηματογραφιστών που πιστεύουν ότι ο κινηματογράφος στις μέρες μας είναι η αναζήτησις κάποιας κοινωνικής αλήθειας.

Με εκτίμηση

ΔΗΜΟΣ ΘΕΟΣ

Υποσημείωση

(1) Στο πρωτότυπο αναφέρεται «ύποπτες απολύσεις», αλλά από την ανάγνωση του κειμένου προκύπτει ότι πρόκειται για τυπογραφικό λάθος.


<< GREEK CINEMA AND ANGLO-AMERICAN FILM THEORY
"500 FILMS, 500 WAYS OF LOOKING AT THE WORLD": A report from the 37th Göteborg International Film Festival >>