ISSN: 2241-6692

BLOG - Ελληνικός Κινηματογράφος

Πώς γράφεται η κινηματογραφική ιστορία μιας χώρας; Πώς μπορούμε να είμαστε σίγουρες και σίγουροι ότι έχουμε καταφέρει να συμπεριλάβουμε όλα τα πρόσωπα και γεγονότα, όπως αρμόζει; Στην περίπτωση της ιστορίας του ελληνικού κινηματογράφου, μπορούμε εύκολα να εντοπίσουμε ένα σημαντικό κενό που δημιουργείται από την αποσιώπηση των γυναικών δημιουργών για δεκαετίες. Η Μαρία Πλυτά, η πρώτη Ελληνίδα σκηνοθέτρια, είναι μία από αυτές. Για τον λόγο αυτό, η απουσία της από τον Κανόνα της ελληνικής κινηματογραφίας υπογραμμίζει την ανάγκη για την ανάδειξη, μελέτη και διατήρηση αυτού του σημαντικού κομματιού της πολιτισμικής κληρονομιάς της χώρας μας.

Στις 7 Νοεμβρίου 2022 πραγματοποιήθηκε η πρώτη ημερίδα για τη Μαρία Πλυτά, την «άγνωστη» του ελληνικού κινηματογράφου, η οποία διοργανώθηκε από το Εργαστήριο Μελέτης Ελληνικού Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΜΕΚΤ) και φιλοξενήθηκε στο 63ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. ... More


Στα θερινά σινεμά αυτές τις μέρες έχουμε την ευκαιρία να καλωσορίσουμε τον Ράφτη, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Σόνιας Λίζας Κέντερμαν. Μιας νέας σκηνοθέτριας ελληνογερμανικής καταγωγής, με σπουδές στη Βρετανία, που υπογράφει τη σκηνοθεσία και – με την αμερικανίδα Τρέισι Σάντερλαντ – το σενάριο μιας ελληνο-βελγο-γερμανικής συμπαραγωγής, με ευρωπαϊκό αέρα και θέμα που αγκαλιάζει πτυχές της παλιότερης και της νεότερης ελληνικής εμπειρίας. Αν κάτι διακρίνει τον Ράφτη είναι ότι, ενώ καταπιάνεται με θεματολογίες που απασχολούν την πλειονότητα των σύγχρονων ελληνικών ταινιών, όπως η οικογένεια, η οικονομική κρίση, η μετανάστευση, ο έρωτας και η αναζήτηση του εαυτού, γυρίζει την πλάτη στη σκληρότητα, τη βία, την κλινική αποστείρωση, την έλλειψη νοήματος, την απουσία συναισθημάτων, την αποστασιοποίηση, στον κυνισμό και το αδιέξοδο – στοιχεία που διαμορφώνουν την αισθητική και τον σφυγμό ενός μεγάλου αριθμού νεότερων ελληνικών ταινιών – και επιλέγει να στραφεί σε αυτό που γεννά ελπίδα: Στην κρυμμένη εσωτερική δύναμη και στις θετικές πλευρές του ανθρώπου. ... More


Η προβολή από την Ταινιοθήκη της Ελλάδας στο διαδίκτυο (8 Απριλίου 2020) της βουβής ελληνικής ταινίας του Γιόζεφ Χεπ Οι Περιπέτειες του Βιλλάρ σε σενάριο Νίκου Σφακιανού (Βιλλάρ) [i] έδωσε την ευκαιρία να επανέλθει ένας προβληματισμός που είχε γεννηθεί το φθινόπωρο του 2019, όταν, με μεταπτυχιακούς φοιτητές του Πανεπιστημίου Κρήτης, την είχαμε παρακολουθήσει στην αίθουσα της Ταινιοθήκης, στο πλαίσιο εκπαιδευτικής εκδρομής. Η Ταινιοθήκη χρονολογεί έως τώρα την ταινία στο έτος 1924 και πολλοί σύγχρονοι ερευνητές του πρώιμου ελληνικού κινηματογράφου αποδέχονται τη συγκεκριμένη χρονολογία [ii].

Μετά την προβολή της ταινίας, στο τέλος της ξενάγησης και κατά τη σχετική συζήτηση, είχα προτείνει να εξεταστεί μια εσωτερική μαρτυρία της ταινίας που θα μπορούσε να βοηθήσει πολύ στην ακριβέστερη (ακόμα και με ημέρα και μήνα) χρονολόγηση, την οποία και οι άνθρωποι της ταινιοθήκης δεν θεωρούσαν οριστική:[iii] Στο 11΄ 33΄΄, καθώς ο Βιλλάρ τρέχει στους δρόμους της Αθήνας, σ’ έναν από τους τοίχους των κτηρίων εμφανίζεται αρκετά καθαρά μια διαφημιστική αφίσα θεαμάτων. ... More


Το κείμενο αυτό επιχειρεί να αποτυπώσει – εν συντομία, αλλά σε ιστορική προοπτική – τη σχέση του ελληνικού κινηματογράφου με ζητήματα πολιτικής σημασίας. Πολύ περισσότερο από ένα διεξοδικό άρθρο αποτελεί ένα σχεδίασμα, μια πρόταση για περαιτέρω ερευνητικό έλεγχο. Η πρόταση μελέτης της σχέσης πολιτικής και ελληνικού κινηματογράφου, που θα ακολουθήσει, θα εστιάσει στην περίοδο της πρώιμης και ύστερης μεταπολίτευσης (1974-2010), όμως γίνεται μια συνοπτική εισαγωγική αναφορά και στη μεταπολεμική περίοδο, που παραμένει υποτιμημένη όσον αφορά τις κοινωνικοπολιτικές αναπαραστάσεις των κινηματογραφικών ταινιών της. Επίσης πρέπει εξαρχής να επισημανθεί ότι ο όρος της «πολιτικής» χρησιμοποιείται στο κείμενο αυτό στη διευρυμένη σημασία του, όχι δηλαδή μόνο σε σχέση με το κομματικό ή κρατικό φαινόμενο, όχι μόνο σε αναφορά με πολιτικούς πρωταγωνιστές ή κοινωνικές ομάδες με σαφή πολιτικό-ιδεολογικό προσανατολισμό. Η πολιτική διάσταση του ελληνικού κινηματογράφου ανιχνεύεται σε ταινίες που το θέμα της δημόσιας και ιδιωτικής εξουσίας προβληματοποιείται, εκεί που εικονογραφούνται, με τον ένα ή άλλο τρόπο, σχέσεις εξουσίας, καταναγκασμού ή χειραφέτησης (Street 1997). ... More


Η περιπλάνηση στη «Χαμένη Λεωφόρο του Ελληνικού Σινεμά» ξεκίνησε για τους κατοίκους του κλεινού άστεως ήδη από τα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου. Το ομότιτλο αφιέρωμα (μια πρωτοβουλία της Ένωσης Σκηνοθετών Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου υπό την επιμέλεια των σκηνοθετών Ελίνας Ψύκου, Αλέξη Αλεξίου, Γιάννη Βεσλεμέ και της θεωρητικού του κινηματογράφου Αφροδίτης Νικολαΐδου) περιλαμβάνει σπάνιες προβολές ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου των δεκαετιών 1960-1990 που δεν έτυχαν επαρκούς προσοχής στην εποχή της κυκλοφορίας τους και ξανασυστήνονται πλέον σ’ ένα διευρυμένο κοινό, σε επιλεγμένες ημερομηνίες κάθε μήνα στον κινηματογράφο ΑΣΤΟΡ. Στο πρόγραμμα «Εμπροσθοφυλακή» θα προβληθεί μία από τις πιο σημαντικές περιπτώσεις της ελληνικής κινηματογραφικής πρωτοπορίας – ο Ηλεκτρικός Άγγελος του Θανάση Ρεντζή. Το κείμενο της Δέσποινας Πούλου μάς προτείνει κάποια εργαλεία ανάλυσης και ανατομίας αυτού του μνημειώδους έργου, αντλώντας από την αστείρευτη δεξαμενή της ανάγνωσης του κινηματογράφου ως μηχανής αναπαραγωγής μιας διηνεκούς επιθυμίας.

Ο Ηλεκτρικός Άγγελος (1981) του Θανάση Ρεντζή ξεκινά με μια φανταχτερή εικόνα ενός πολύχρωμου αγγέλου, μιας Αφροδίτης (;) δίχως χέρια, αλλά με κόκκινα φτερά, που μ’ αινιγματικές προθέσεις πλησιάζει αγέρωχα τον θεατή λίγο πριν εξαφανιστεί στο μαύρο φόντο. Η σεξουαλικότητα, ο ερωτισμός, ίσως κι ο έρωτας, είναι το θέμα της πέμπτης ταινίας του πρωτοπόρου Έλληνα σκηνοθέτη (προηγούνται το Μαύρο+Άσπρο [1973], η Βιο-Γραφία [1975], το Fiction [1977] και το Corpus [1979]), ο οποίος πειραματίζεται με πλειάδα ετερόκλητων υλικών, συναρμόζοντάς τα υπό την σκέπη μιας οπτικής εμπειρίας που προ(σ)καλεί τις ελεύθερες συνάψεις, τους τολμηρούς ειρμούς, αλλά και την καταβύθιση στην πρότερη εμπειρία μιας ενστιγματικής κατάστασης. Γιατί όμως ηλεκτρικός; Τα κύματα στα πόδια του αγγέλου μοιάζουν φτιαγμένα από ψηφιακούς κόκκους. Είναι λοιπόν αυτή μια προσπάθεια συνάντησης του σύγχρονου κόσμου με τις εξιδανικευμένες μορφές του αρχαϊκού; Μια «ιστορία του ερωτισμού» που επιχειρεί να συνταιριάξει την αρχαιολογία και την Ιστορία της Σεξουαλικότητας του Μισέλ Φουκώ, με τη μεταφυσική και τον Ερωτισμό του Ζωρζ Μπατάιγ, σ’ ένα ποιητικο-δοκιμιακό κολάζ-μοντάζ εικόνων; Είναι πιθανό επίσης η πηγή της ηλεκτροφόρησης του πτεροφόρου πλάσματος να αναζητείται και κάπου πέρα από την τεχνολογία, ακόμα και απ’ αυτήν του κινηματογράφου. ... More


Πάντα ένιωθα σαν μια ευσυνείδητη ηθοποιός. Πιστεύω στο θέμα, στο περιεχόμενο της ταινίας και όχι στους σταρ.
Aλίκη Bουγιουκλάκη

Το 1958 η Αλίκη Βουγιουκλάκη πρωταγωνιστεί στην ταινία Αστέρω της Φίνος Φιλμ μετά από τέσσερα χρόνια σημαντικής παρουσίας στον εγχώριο κινηματογράφο. Η ταινία ξεχωρίζει ανάμεσα στις 51 που προβάλλονται τη σεζόν 1958-1959 και έρχεται πρώτη σε εισπράξεις (Κουσουμίδης, 1981:310). Ο Φιλοποίμην Φίνος, θεωρώντας το όνομά της συνώνυμο με την επιτυχία, τη συμπεριλαμβάνει στην εταιρεία παραγωγής του και μαζί ξεκινούν μια συνεργασία που θα αλλάξει την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Η άνθιση του εμπορικού κινηματογράφου δεν χρωστάει τόσο την ύπαρξή του στην οργανωμένη παραγωγή των στούντιο της εποχής, όσο στη διαμόρφωση του εγχώριου «σταρ σύστεμ», στο οποίο η Βουγιουκλάκη πρωτοστατεί. Η «εθνική σταρ», όπως την ανακηρύσσει η Ελένη Βλάχου, κυριαρχεί στο καλλιτεχνικό στερέωμα ως η πιο εμπορική ηθοποιός και τροφοδοτεί τον Τύπο της εποχής με ειδήσεις που αφορούν στην προσωπική της ζωή και στη δημόσια εικόνα της. ... More


Το Ιdées Fixes / Dies Irae αποτελεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Αντουανέττας Αγγελίδη και είναι ουσιαστικά η πτυχιακή της εργασία στην IDHEC (Ινστιτούτο Ανωτάτων Κινηματογραφικών Σπουδών του Παρισιού). Η ταινία είναι μια σύγχρονη, διαχρονική σπουδή πάνω στην αναπαράσταση του γυναικείου σώματος στη σύγχρονη τέχνη, την επανάσταση που δεν έρχεται, τον εγκλωβισμό στη σύγχρονη δυτική τέχνη, και μαζί ένα ρέκβιεμ του δυτικού πολιτισμού. Η Αντουανέττα Αγγελίδη παίζει με τα στοιχεία της avant-garde, αναστρέφει τους κώδικες, και εν τέλει δημιουργεί ένα «ανοίκειο» οπτικό όνειρο, που μέσω της απομάκρυνσης από την πραγματικότητα πλησιάζει το πραγματικό ως το μη αναπαραστάσιμο, έχοντας ως βάση την τέχνη της το παρελθόν της και την ίδια της την ύπαρξη. ... More


Στο 56ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου απένειμε το καθιερωμένο, ετήσιο βραβείο της στη δεύτερη ταινία του Αλέξη Αλεξίου με τίτλο Τετάρτη 04:45. Λίγο πριν την κυκλοφορία της ταινίας σε DVD και Blu-ray που έχει προγραμματιστεί για τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου, o σκηνοθέτης συνομιλεί με τη Μαρία Χάλκου για ένα προσωπικό σινεμά είδους και για την οικουμενικότητα της δυστοπίας στην παρούσα χρονική συνθήκη, για τα αστικά και τα εσωτικά τοπία (για να δανειστούμε τα λόγια του Αργύρη Χιόνη), για το χρονικό του προαναγγελθέντος θανάτου του ελληνικού μοντερνισμού και, εν τέλει, για τη σύγκλιση αισθητικής και ηθικής μέσα και πέρα από τον κινηματογράφο.

Μαρία Χάλκου: Αλέξη, σε μια εποχή που το ελληνικό art-house συγκεντρώνει το διεθνές ενδιαφέρον, με την Τετάρτη 04:45 επιλέγεις να ασχοληθείς με μια ταινία «είδους» και μάλιστα με ένα νεο-νουάρ. Γιατί «είδος» και γιατί νουάρ;

Αλέξης Αλεξίου: Αγαπώ το σινεμά «είδους». Το είδος σού προσφέρει έναν χάρτη, ένα blueprint για να στήσεις μια ιστορία. Με ενδιαφέρει η καθαρότητα της φόρμας του, η δυναμική που κρύβει στα αφηγηματικά μοτίβα και στις δοκιμασμένες συμβάσεις του, αλλά και η «ειλικρίνεια» των προθέσεών του. Ένας αγνός θεατής-παιδί που μεγαλώνει μέσα από τις κινηματογραφικές εικόνες δεν αντιλαμβάνεται το σινεμά τόσο ως «τέχνη», αλλά ως εμπειρία με συγκεκριμένα συγκινησιακά χαρακτηριστικά: γέλιο, φόβος, αγωνία, κ.λπ. Τα κινηματογραφικά είδη, ιδανικά, στοχεύουν ακριβώς εκεί, στην καθαρότητα της εμπειρίας, στα πρωταρχικά αυτά «παιδικά» συναισθήματα. Γιατί νουάρ; Η γέννηση της γκανγκστερικής ταινίας γίνεται στα τέλη της δεκαετίας του ’20, μέσα στην οικονομική κρίση. Η κρίση είναι ένα προσδιοριστικό στοιχείο του είδους, όπως ο υπόκοσμος, η πόλη, η άνοδος και η πτώση του ήρωα – στοιχεία εντέλει ταιριαστά με τη φαντασιακή άνοδο και την πολύ κυριολεκτική πτώση μιας χώρας. ... More


Στο πλαίσιο της μελέτης των δημοφιλών κινηματογραφικών ειδών στην Ελλάδα, το βιβλίο Η ελληνική βιντεοταινία (1985-1990): Ειδολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαστάσεις διερευνά την ελληνική παραγωγή βιντεοταινιών της δεκαετίας του 1980. Βραχύβια στη διάρκειά της, αλλά εξαιρετικά παραγωγική, η ελληνική βιντεοταινία αποτέλεσε την πενταετία 1985-1990 τη δημοφιλέστερη μορφή οικιακής διασκέδασης των Ελλήνων. Λειτούργησε συμπληρωματικά ως προς το τηλεοπτικό προϊόν, υπήρξε η εναλλακτική επιτυχημένη πρόταση στο περιεχόμενο των δύο κρατικών καναλιών, αλλά και του ελληνικού κινηματογράφου, και συνδέθηκε με ένα ιδιαίτερο – ως προς τον ταξική του φυσιογνωμία – ακροατήριο.

Η συγγραφέας, επιχειρώντας μία διεπιστημονική προσέγγιση, ασχολείται αρχικά με τα ειδολογικά χαρακτηριστικά της ελληνικής βιντεοταινίας. Σύμφωνα με την οπτική της, η «βιντεο-αφήγηση» βασίστηκε σε παλαιότερα δημοφιλή κινηματογραφικά είδη όπως η κωμωδία, το μελόδραμα και η περιπέτεια, των οποίων τα μοτίβα και τις συμβάσεις αναπαρήγαγε ή ανέπτυξε περαιτέρω σε έναν μεγάλο αριθμό βιντεοταινιών. Η κωμωδία, με το μοτίβο της κομπίνας ή της ερωτικής απιστίας, και το μελόδραμα, με τις «οδύσσειες» των πρωταγωνιστών ή την τελετουργική λήξη ενός ιδιόμορφου «unhappy end», μελετώνται διεξοδικά με αναφορές στον ελληνικό εμπορικό κινηματογράφο των δεκαετιών 1960-1980 και – σε μεμονωμένες περιπτώσεις – με αναφορές σε προηγούμενες εποχές, από την εμφάνιση του ελληνικού κινηματογράφου έως και τη δεκαετία του 1950. Σε αυτό το πλαίσιο, η συγγραφέας εισάγει τις λεγόμενες «ανοικτές θεματικές» των ειδών της ελληνικής βιντεοταινίας, δηλαδή ελεύθερα διαπραγματεύσιμες από τον εκάστοτε σκηνοθέτη θεματικές, οι οποίες βασίζονται σε συγκεκριμένα αφηγηματικά μοτίβα, λ.χ. το μοτίβο του αταίριαστου έρωτα με ευτυχή έκβαση στο υποείδος της αισθηματικής κομεντί. ... More


(Σχ. Επιμ: Το κείμενο που ακολουθεί αποτελείται από αποσπάσματα του βιβλίου Οι Τέσσερις Εποχές του Νίκου Κούνδουρου (2014) του Λευτέρη Ξανθόπουλου, εκδόσεις Γαβριηλίδης, που δημοσιεύονται με την ευγενική άδεια του συγγραφέα και του εκδοτικού οίκου.)

Ευτυχώς για μας, ο Κούνδουρος ξεκίνησε να κάνει σινεμά στις αρχές του 1950 χωρίς να έχει μάθει ή χωρίς να χρειάζεται να μάθει την τέχνη και την τεχνική του κινηματογράφου. Με σπουδές ζωγραφικής και γλυπτικής στην Αρχιτεκτονική Αθηνών και στη Σχολή Καλών Τεχνών και με μια ιδιαίτερη, έμφυτη εικαστική ματιά πάνω στα πράγματα, στο κάδρο που τα εμπεριέχει και τους ανθρώπους τριγύρω του, μπαίνει δυναμικά στον ελληνικό κινηματογράφο, ευτυχώς θα το ξαναπώ, αυτοδίδακτος και στη συνέχεια αυτοδημιούργητος!

Ήθελα να είμαι ζωγράφος, μοναχικός. Είχα μια πίστη καλογερίστικη για τη ζωγραφική, τον ασκητισμό, ονειρευόμουνα μια μοναξιά γεμάτη φως... Τα πρόδωσα όλα; Μου θόλωσε το νου η θριαμβευτική ζωγραφική της κινούμενης εικόνας. (Ν.Κ., ό.α., σελ. 206).

... More


Ο μακιγιέρ ή η μακιγιέζ, στη διάρκεια του γυρίσματος, είναι κυριολεκτικά το κοντινότερο πρόσωπο του κάθε ηθοποιού, είτε είναι σταρ είτε κομπάρσος. Γνωστά αυτά… Όμως σε μια σχολή προσωπολογίας στο Παρίσι του 1960, όπου διδάχθηκα τα βασικά περί του μακιγιάζ, δεν μας είχαν προετοιμάσει για τις απόρρητες ιδιωτικές στιγμές που μπορεί να σου τύχουν σε απόσταση αναπνοής. Τα ακούσια ακούσματα και τις εκούσιες εκμυστηρεύσεις που οφείλεις να ξεχάσεις βγαίνοντας από το δωμάτιο του μακιγιάζ. Αυτό ακολούθησα ως αρχή μου. Άλλωστε έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, που μόνο η αύρα της επιλεκτικής μνήμης τα ξαναφέρνει απρόσκλητα.

Το καλοκαίρι του 1960, επιστρέφοντας στην Αθήνα, πήγα συστημένη στη Φίνος Φιλμ ελπίζοντας σε μια δουλειά. Μπήκα στο λεγόμενο «φουαγιέ» – που θυμούνται οι άνω των εξήντα κινηματογραφιστές στην Ελλάδα – και περίμενα τη συνάντηση με τον «κύριο Φιλοποίμην». Τότε ήταν που άρχισαν να κόβουν βόλτες, δήθεν αμέριμνα, διάφοροι από τα συνεργεία του Φίνου, πετώντας πονηρά υπονοούμενα ο ένας στον άλλον. Και ενώ ο κύκλος στένευε ολοένα, εμφανίστηκε ο κύριος Φίνος, ο οποίος, μετά από λίγες σύντομες ερωτήσεις, με προσέλαβε! Η προσγείωσή μου ήταν ανώμαλη, αλλά τελικά πέτυχε. Έτσι ξεκίνησα ως βοηθός του αξέχαστου Σταύρου Κελεσίδη, πρώτου μακιγιέρ στην Αλίκη στο Ναυτικό. Υπήρξε δάσκαλος, φίλος και προστάτης μου. ... Περισσότερα


(Σημ. Επιμ.: Το ακόλουθο κείμενο είναι η ομιλία που ο σκηνοθέτης Ηλίας Δημητρίου εκφώνησε στο πλαίσιο εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2013 στο Μέγαρο Μουσικής, όπου σκηνοθέτες της νεότερης γενιάς προσκλήθηκαν να μιλήσουν για μια ταινία συναδέλφου τους)

Πρώτα απ’ όλα θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές αυτής της εκδήλωσης. Όμως, η αλήθεια είναι πως με παραξένεψε πολύ αυτή η πρόσκληση. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν πως ΔΕΝ είναι η δουλειά μου να μιλώ για τις ταινίες άλλων συναδέλφων… Φυσικά και μιλάμε για τις ταινίες! Τις κρίνουμε αυστηρά, με αιχμηρά, πολλές φορές, σχόλια, κι άλλοτε τις θαυμάζουμε, αλλά πάντα μεταξύ μας. Αυτό που κάνουμε πολύ συχνά είναι να μιλάμε για τη δική μας ταινία σε φεστιβάλ, σε συνεντεύξεις στα μέσα ενημέρωσης και άλλες εκδηλώσεις. Το να μιλήσεις όμως για την ταινία κάποιου άλλου αποδείχτηκε, για μένα τουλάχιστον, πολύ δύσκολο. Τι πρέπει να πω; Πώς να την παρουσιάσω; Ποια ταινία να διαλέξω για να μιλήσω; Και πρέπει να πω πως δυσκολεύτηκα ΠΟΛΥ να διαλέξω…

Ευτυχώς ή δυστυχώς μου έβαλαν τους όρους: να είναι μια ταινία ΜΕΤΑ τον Κυνόδοντα. Λέω δυστυχώς γιατί πολλές υπέροχες ταινίες γυρίστηκαν ΠΡΙΝ τον Κυνόδοντα. Και ίσως να είναι πολύ καλύτερες από αυτές που γυρίστηκαν μετά. Δεν ξέρω, επίσης – αν και είμαι κι εγώ ένας από τους θαυμαστές του Κυνόδοντα – αν αυτή η ταινία πρέπει να αποτελέσει τέτοιο σταθμό ώστε να μιλάμε για προ Κυνόδοντα και μετά Κυνόδοντα εποχή. Ας είναι όμως…
... More


Το 54ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (1-10 Νοεμβρίου 2013) θα μείνει στην ιστορία ως το «Φεστιβάλ του Jim Jarmusch». Τόσο γιατί το ίδιο το όνομα και το έργο του Jarmusch είναι σημεία αναφοράς στον κόσμο του ανεξάρτητου σινεμά διεθνώς, όσο και γιατί το υπόλοιπο Φεστιβάλ, σε επίπεδο ταινιών, δημιουργών και δράσεων, κινήθηκε μάλλον σε χαμηλές ταχύτητες. Παρά την ενθουσιώδη προσέλευση των θεατών στις προβολές – πολλές από τις οποίες ήταν sold-out – και τη γενικότερη σινεφίλ διάθεση του κοινού, ιδίως του νεαρόκοσμου που γέμισε τις αίθουσες σε ποσοστό που έφτασε το 90%, το πρόγραμμα του Φεστιβάλ παρέμεινε σε αναμενόμενα επίπεδα, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις σε ταινίες, σε νέες κινηματογραφίες ή σε πρωτοεμφανιζόμενους δημιουργούς.

Jim Jarmusch και Δημήτρης Εϊπίδης

Ο Jim Jarmusch, ο «πρίγκιπας του ανεξάρτητου σινεμά», υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής της Θεσσαλονίκης, την οποία επισκέφθηκε για ένα διήμερο ως επίσημος προσκεκλημένος, ενισχύοντας τη σινεφιλική ατμόσφαιρα. Στο Φεστιβάλ έκανε την πρεμιέρα της και η νέα του ταινία, Only Lovers Left Alive / Μόνο οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί, που άνοιξε την αυλαία στο Ολύμπιον. Η παρουσία του Jarmusch στη σκηνή – έπειτα από μια επεισοδιακή παρέλαση επισήμων που ξεσήκωσαν την οργή των θεατών με τον ξύλινο λόγο τους περί κινηματογράφου – ηρέμησε τα πνεύματα και επανέφερε το Φεστιβάλ στους γνώριμους, μυσταγωγικούς ρυθμούς της σκοτεινής αίθουσας.
... Περισσότερα